Reviews
Συνοπτική γραφή - «Χρωματογραφίες της Ειρήνης Κανά-Μαριδάκη»
Γιάννης Μαρκαντωνάκης
Σ’ ένα νεογέννητο φεγγάρι κρατιόμαστε.
Πέντε μέρες,
Πέρα, δόθε, κάνουμε κούνια στο άπειρο.
Έξω απ’ τη ζωή μου και τη ζωή του
ΖΟΥΜΕ!
Μαρινέλλα Βλαχάκη (1)
Αλλάζουν οι μέρες, οι μήνες, τα φεγγάρια, τα τέρμινα. Αλλάζει ο τρόπος ζωής με ή χωρίς την τεχνολογία προσεγγίζουμε το άπειρο, με ή χωρίς συνείδηση προσπαθούμε να επιβάλλουμε σταθερά υπαρκτά όρια στη διάσταση του πρωτογενούς χάους. Και επειδή η φιλοσοφική προσέγγισή του είναι μακρινή αντιγοητευτική διαδικασία, εμείς οι άνθρωποι που ΖΟΥΜΕ υπηρετώντας τα βασικά ένστικτά μας ανα-καλύψαμε τη δημιουργία για να συσσωρεύουμε πολιτισμικά έμπρακτα δείγματα μέσα στον χρόνο της διαφοράς μας από τα ζώα.
Η ζωο-γραφική ανα-καλύ-πτει δηλαδή καλύ-πτει ανά-γκες του όντος ΑΝΘΡΩΠΟΥ να ζω-ο-γραφίσει τους πλησιέστερους προς αυτόν βιολογικούς οργανισμούς: Τα ζώα δηλαδή κάθε μορφής.
Είτε λοιπόν ζωγραφίζει περιγραφικά τον άνθρωπο, είτε όχι, η τέχνη της αναπαράστασης του τρισδιάστατου «θέματος» στην δυσδιάστατη επιφάνεια είναι «ανθρωποκεντρική» και αναπόφευκτα ποιητική.
Σε μια εποχή μάλιστα όπου η πρωτοπορία αποτελεί μουσειακή αναφορά και όπου έχουμε την αίσθηση ότι τα πάντα έχουν γίνει –όσον αφορά την πρωτοτυπία- η τεχνοκριτική προσέγγιση πιστεύω ότι ξεκινάει από την ιδιαιτερότητα που έχει ο καλλιτέχνης να λέει με τον προσωπικό του τρόπο την αλήθεια του εξελικτικού του γίγνεσθαι διά μέσου της τέχνης που υπηρετεί, στη συγκεκριμένη περίπτωση της ζωγραφικής. Όχι πάντως ερήμην του προσωπικού μύθου που καλλιεργεί και αντιστοιχεί με τη συνολική ταυτότητα της προσωπικότητάς του. Και αυτό επειδή η ζωγραφική δεν είναι μια τεχνική διαδικασία που εμπεριέχει και την τεχνική.
Απ’ αυτήν την άποψη η ζωγραφική της Ειρήνης Κανά είναι χρωματογραφίες διατυπωμένες ποιοτικά (με την έννοια που προσεγγίζει το χρώμα ο Πωλ Κλέε (2) «Το χρώμα είναι κατά κύριο λόγο ποιότητα. Δεύτερον, είναι επίσης βάρος, γιατί δεν έχει μόνο χροιά, αλλά και λαμπρότητα. Τρίτον, είναι μέτρο, γιατί, εκτός από ποιότητα και βάρος, έχει τα όριά του, την επιφάνεια και την έκτασή του, που μπορούν να μετρηθούν.
Η Ειρήνη Κανά έχει μια χειμαρρώδη ιδιοσυγκρασία που στο έργο της παλλόμενη ενεργεί, μ’ αποτέλεσμα η ζω-γραφική της να σου δίνει την εντύπωση ότι δεν είναι στατική αποτύπωση σχημάτων και χρωμάτων, αλλά ένας εγκλωβισμένος αεικίνητος, πλούτος βιωματικής ενέργειας που τείνει να ξεφύγει από τα συμβατικά όρια του παραλληλόγραμμου και να καταλάβει τον προσωπικό χώρο του φιλότεχνου δέκτη.
Νιώθεις την έκφρασή της ταυτόχρονα τόσο σύγχρονη, όσο και ακαδημαϊκή (με την έννοια της κατακτημένης γνώσης των σταθερών μορφοπλαστικών αξιών). Τη νιώθεις να ακουμπά στα ρεύματα και τις σχολές και ταυτόχρονα να τις ξεπερνά, πηγαίνοντας κατευθείαν στην ανάγκη μιας έντεχνης νάιφ χειρονομίας. Είναι τόσο κοντά στη ζωγραφική των σπηλαίων, όσο και των ακαδημαϊκών, των ρεαλιστών, των μεταϊμπρεσιονιστών, των ρομαντικών. Είναι τόσο κοντά στη ζωγραφική των μεγάλων: Κουρμπέ, Μπονάρ, των Ελλήνων Μαλέα, Παπαλουκά, Τέτση, αλλά ταυτόχρονα τόσο διαφορετική.
Είναι τόσο εξπρεσιονίστρια, όσο και ρομαντική, κυρίως τόσο κοντά στον μεγάλο Τέρνερ. Κυρίως όσον αφορά το φως και το χρώμα που σαν σημείο αναφοράς παρακάμπτει, μετατοπίζοντας το θέμα σε δεύτερη μοίρα...
Παραθέτω ένα απόσπασμα από το κείμενο του Τζων Γκέητς: «Ο Τέρνερ και το ελληνικό πνεύμα» (3).
«...Πολλά σχέδια δεν εγκατέλειψαν πραγματικά ποτέ το στάδιο αυτό της μορφικής αφαίρεσης, και αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος των σωζόμενων μεταγενέστερων έργων του Τέρνερ. Αυτά αντιπροσωπεύουν, στο ζωγραφικό χώρο, εκείνο που ο Σόον ονόμασε “το πρωτόγονο πρότυπο των Ελλήνων”.
Εντούτοις το πιο σημαντικό ίσως στοιχείο της ελληνικής εμπειρίας του Τέρνερ ήταν ίσως η δύναμη, η ενέργεια της φύσης: η ορμή του νερού, όπως αποκαλύπτεται στο ποίημα του Μουσαίου “Οι έρωτες της Ηρώς και του Λεάνδρου” ή στον Ύμνο στη Δήλο του Καλλιμάχου ή ακόμα και η ορμή του φωτός, που ένα τυπικό δείγμα της είναι ο διπλός ρόλος του Απόλλωνα και του Διόνυσου, που ενσωματώνουν την καταστροφική και την παραγωγική δύναμη του ήλιου. Ο χαρακτήρας που έδωσε ο Τέρνερ στους Δελφούς, με τον Παρνασσό και την Κασταλία Κρήνη (αρ. κατ. 70), είτε ο ίδιος διάλεξε το θέμα είτε όχι, δείχνει πάνω απ’ όλα το ενδιαφέρον του για τις υπέρτατες χθόνιες δυνάμεις της φύσης, για τις δυνάμεις που είχε ήδη ανακαλύψει στον δράκοντα του Ιάσωνα και τον Πύθωνα του Απόλλωνα. Κατά την περίοδο αυτή τα ίχνη μιας αρχαίας εγκατάστασης στους Δελφούς ήταν τελείως κρυμμένα και δεν μπορούσε να τα δει κανείς.
Μέσα σε λίγα εκατοστά, στη λαμπρή εικονογράφηση για το έργο Τσάιλντ Χάρολντ (Ωδή Ι,Ι) του Βύρωνα, καταστάλαξε και η εμπειρία του Τέρνερ από την αρχαία Ελλάδα, και το όραμα της σύγχρονης Ελλάδας.»
Για τη θεματολογία της Ειρήνης Κανά δε θα αναφερθώ πιστεύοντας ότι είναι προσχηματική? στην ουσία είναι μια τοπιογραφία της ψυχής της, ένα έναυσμα, μια ονειρική αφετηρία για να αφήσει τα χρώματα που είναι φτιαγμένα από «χώματα» όπως λέει και η ίδια να μιλήσουν μέσα από τις αλεπάλληλες περιπέτειες της γραφής.
Και είναι ίσως από τις λίγες φορές που κυριολεκτώ. Ναι, η Ειρήνη γράφει (επαναλαμβάνει ρυθμικές χαράξεις στην πάστα του χρώματος με το πίσω κυρίως μέρος του πινέλου –λιγότερο με τη σπάτουλα- αναδεικνύοντας τα προηγούμενα χρώματα μέσα από τις πολλαπλές χρωματοεπιστρώσεις σε μια διαδικασία που δεν είναι η αξιοποίηση της ματιέρας (4) αυτοσκοπός και φυσικά δεν γίνεται μανιέρα. Η τεχνική της αυτή, που αποστασιοποιείται από την λογική διάρθρωση της οργάνωσης των έργων (που φαντάζουν ό-μορφα, δηλαδή ολοκληρωμένες μορφές έκφρασης), κυρίως με τα συμπληρωματικά, κάνει τα έργα ποικιλόμορφα πολυδιάστατα ονειρικά, αφού η «ανάγνωσή» τους είναι πλουραλιστική.
Δεν είναι τυχαίο το ότι η Ειρήνη ζει μονάχα από τη ζωγραφική της, σημείο αναγνώρισης του ταλέντου και της δουλειάς της.
(1): Από την ποιητική συλλογή της Μαρινέλλας Βλαχάκη «Το νησί ταξιδεύει», εκδόσεις «Διογένης». Τα εξώφυλλα έχουν ζωγραφική της Ειρήνης Κανά, καθώς και σχέδια μέσα στο βιβλίο. Έργα της ίδιας «Κόκκινη άμμος», «Μικρή προσευχή», «Το χρυσάφι τ’ ασπάλαθου».
(2): Ο μεγάλος ζωγράφος Πωλ Κλέε στο βιβλίο του «Για τη Μοντέρνα Τέχνη», «Κάλβος».
(3): Από τον κατάλογο της έκθεσης «Τζ. Μ. Γ. Τέρνερ, 1775-1851» στην Εθνική Πινακοθήκη το 1981.
(4) Ματιέρα: Η διαφοροποίηση της υφής στην ενιαία επιφάνεια ενός έργου. Μανιέρα είναι η εμμονή στον τρόπο «γραφής» στο έργο.