Κριτικές
Γυναίκες από χρωματική λάβα: Ιεροτελεστία χρωμάτων και αρχέγονοι συμβολισμοί στη ζωγραφική της Ειρήνης Κανά
Χάρης Καμπουρίδης
Φως, χρώμα και μορφές
Τι είναι πρωταρχικό για έναν ζωγράφο, το χρώμα ή το θέμα; Το βασικό αυτό ερώτημα – που στον 19ο αιώνα ήταν σημείο διαμάχης των οπαδών του Ντελακρουά και του Ένγκρ και οδήγησε στη μοντέρνα τέχνη – επανέρχεται ακμαίο και δημιουργικό σ’ όποιον αντικρύζει τους πίνακες της Ειρήνης Κανά. Το πλούσιο χρώμα είναι η πρώτη εντύπωση που αιχμαλωτίζει το βλέμμα, χρώμα άφθονο σε ποσότητα, σε ανάδειξη της υλικής υφής του με ανάγλυφες πινελιές και, ταυτόχρονα, χρώμα σε χρωματικές διαβαθμίσεις που δεν φοβούνται τα όρια των αντιθέσεων: Έντονα φωτισμένο δίπλα σε βαθειά σκούρα, κόκκινα, μπλε και κίτρινα μαζί, ένα δυναμικό πανηγύρι που δηλώνει αμέσως ότι η ζωγράφος βασίζεται στο χρώμα για να διατυπώσει τον κόσμο της.
Ωστόσο, το πρώτο αυτό συμπέρασμα τίθεται αμέσως υπό αμφισβήτηση, αφού οι πίνακες της Κανά δεν είναι αφαιρετικοί, το αντίθετο έχουν θέμα και μάλιστα ευανάγνωστο, έκδηλο, ομιλητικό: Μια γυναίκα σε εσωτερικό χώρο, σε στάσεις άλλοτε κοινωνικής συναναστροφής και, συχνότερα, ατομικής αυτοαναφοράς, συχνά γυμνή, σαν μπροστά στον καθρέφτη ή σαν μοντέλο μπροστά στον ζωγράφο-παρατηρητή ή και σαν οδαλίσκη. Τα άλλα συμπληρωματικά θέματα είναι έτσι εναρμονισμένα ώστε να αναδεικνύουν τη γυναικεία φιγούρα ως πρωταγωνιστική. Είναι αφαιρετικά διατυπωμένες εικόνες που θυμίζουν γλάστρες με φυτά, τοίχους, μια καρέκλα, κ.ο.κ., ή σκαλίσματα της ζωγράφου πάνω στο χρωματικό υλικό που σχηματίζουν μικρά στολίδια, στα μαλλιά ή στη ταπετσαρία του τοίχου.
Η διαχρονική θηλυκότητα
Η γυναικεία φιγούρα είναι πράγματι αυτή που κυριαρχεί στον κάθε πίνακα, βασιλεύει κυριολεκτικά, και οργανώνει την όλη σύνθεση. Είναι μια γυναίκα φτιαγμένη όχι με σχεδιαστικές γραμμές αλλά με πλούσιες χρωματικές πινελιές, διαμέσου των οποίων προκύπτουν τα σχήματα. Η Κανά διαθέτει μια υψηλότατη αίσθηση του χρώματος και έχει προφανώς έντονη πείρα και προσωπική έρευνα, με αποτέλεσμα το όλο θέαμα να είναι μια γοητευτική εικαστική εικόνα, γεμάτη από τολμηρές χρωματικές αντιθέσεις, χειρονομίες και κάθε είδους διαλόγους μεταξύ χρωμάτων και φωτιστικών τόνων, που ελάχιστοι ζωγράφοι θα τολμούσαν χωρίς φόβο μην χαθούν οι αρμονίες.
Τα φώτα, οι σκιές και οι χρωματικές κλίμακες έχουν τον δικό τους διάλογο ο οποίος δίνει τον τόνο σ’ αυτό το έντεχνο παιχνίδι του βλέμματος. Σε αρκετά έργα τα χρώματα συγγενεύουν, καθένα έχει μέσα του στοιχεία από το διπλανό του, αποδίδοντας μια αίσθηση συγγένειας και περιβαλλοντικής ηρεμίας. Συχνότερα όμως έχει κανείς την αίσθηση ότι ο πίνακας πάλλεται, ότι τα σκούρα θα έλθουν στο πρώτο πλάνο και τα φωτισμένα κίτρινα θα οπισθοχωρήσουν εναλλακτικά. Άλλοτε αισθάνεσαι ότι το περίγραμμα της φιγούρας θα διαλυθεί από το χρώμα που ξεχειλίζει ασφυκτιώντας στο σχεδιαστικό περίγυρο του σώματος που το ίδιο δημιούργησε. Όλες οι φόρμες του πίνακα βρίσκονται σε υπερδιέγερση, σαν αίμα σε φλέβες, σαν λάβα που ξεχύνεται, σαν τη Φύση την εποχή της Άνοιξης. Η αίσθηση οργασμού, μιας Ιεροτελεστίας της Ανοίξεως είναι έντονη στον θεατή.
Μετά απ’ την ταύτιση και τη μέθεξη ωστόσο, το βλέμμα ησυχάζει και μπορεί να δει το συνθετικό υπόστρωμα, τις στέρεες δομές της ζωγράφου, την έμπειρη συνδεσμολογία των επιμέρους στοιχείων κάθε έργου.
Οι ίδιες οι στάσεις του σώματος που απεικονίζεται π.χ. έχουν μια αίσθηση κλασσική και ρομαντική ταυτόχρονα. Συνομιλούν με στέρεα πρότυπα της ιστορίας της τέχνης, αυτά που από τον Τιντορέτο έως τον Ένγκρ ή τον Ντελακρουά και τον Τουλούζ-Λωτρέκ ή τον Γκωγκέν, τον Νόλντε και τον Ματίς συνέχισαν μια παράδοση στην οποία κατέφυγαν όλοι οι κορυφαίοι ζωγράφοι των τελευταίων αιώνων.
Σχεδιαστικά, η Κανά αναφέρεται στην γυναίκα ως αίσθηση ταυτότητας θηλυκής αλλά και ως θέαμα για βλέμματα αρσενικά, για τα οποία η ίδια ‘προβάρει’ τον εαυτό της ή, αντίστροφα, όπως τη φαντασιώνεται ένα παραδοσιακό ανδρικό ερωτικό βλέμμα. Σε άλλα έργα, η γυναίκα γίνεται μαινάδα, φιγούρα μεταφυσική, πιθανός αποφασιστικός παράγοντας ζωής ή θανάτου, θέαμα υψηλού ρίσκου και πειρασμού για το βλέμμα που την κοιτά, οπτικό ερέθισμα που εγκυμονεί την ανατροπή. Βαθειά βλέμματα, χέρια με δάχτυλα μακριά που είναι ταυτόχρονα ποιητικά αλλά και αρπακτικά, γάντια μακριά σε σώματα ολόγυμνα, ένα τσιγάρο στο στόμα ή ένα ποτήρι στο χέρι, είναι μερικά από τα σημάδια που η Κανά χρησιμοποιεί αρκετά διακριτικά για να δώσει το στίγμα διάγνωσης των γυναικών που ζωγραφίζει.
Χρώμα: ένας πλακούντας που γεννά μορφές
Είναι άκρως ενδιαφέρον το πως η ζωγράφος κατορθώνει να δώσει ένα τόσο παλιό ζωγραφικό θέμα με τόση φρεσκάδα και προσωπική ματιά. Όπλο της σ’ αυτό το εγχείρημα είναι ασφαλώς ο χειρισμός του χρώματος, η Κανά είναι κατεξοχήν μια κολορίστα ζωγράφος, ζει και αναπνέει στο ρυθμό του χρώματος και δεν μοιάζει να φοβάται τα όριά του, σωστά άλλωστε, αφού σαφώς ‘κολυμπάει’ η ίδια μέσα στον κόσμο του, αναγεννά το βλέμμα της από τις ιδιότητές του.
Δεν έχουμε πολλούς Έλληνες ζωγράφους σ΄αυτό το εικαστικό δρομολόγιο. Στις αρχές του 20ού αιώνα ήταν ο Κ.Μαλέας, ο ιδρυτής της νεοελληνικής τοπιογραφίας, και δίπλα του ο Μ.Οικονόμου και ο Ν.Λύτρας, με τα τοπία τους και το πλούσιο χρώμα. Και στο β’ μισό του ίδιου αιώνα, ο Π.Τέτσης, ο κορυφαίος ζωγράφος του χρώματος και δάσκαλος αγαπημένος της Κανά στην ΑΣΚΤ.
Σε παλιότερη μελέτη μου (‘Χρώμα και Σχέδιο στη Νεοελληνική Ζωγραφική’, περιοδικό ‘Τέταρτο’, 1987) είχα την ευκαιρία να εξετάσω διαχρονικά το πόσο επιδερμικά επηρέασε τους Έλληνες ζωγράφους η φιλοσοφία του χρώματος. Για τους περισσότερους – ακόμα και για τους εξπρεσιονιστές – το χρώμα υπήρξε απλώς ‘γέμισμα’ των σχεδιασμένων μορφών, όχι η πρωτογενής πηγή της οπτικής εμπειρίας, το αίμα και η σάρκα της. ‘Ύφος του Είναι’ (Seinstil) και όχι ‘Ύφος του Γίγνεσθαι’ (Werdenstil) για να θυμηθούμε τον μεγάλο ιστορικό της τέχνης Βέλφλιν που πρωτοέκανε αυτήν την διάκριση.
Η Κανά βλέπει τη θεματολογία της – και τον κόσμο ολόκληρο κατ’ επέκταση - μέσα από το γενεσιουργό ρόλο του χρώματος. Το φως ζωντανεύει τις ιδιότητές του, το ενεργοποιεί. Η τομή δύο χρωμάτων αποδίδει τη σχεδιαστική γραμμή, και ο σκιοφωτισμός δημιουργεί τα επίπεδα του χώρου. Ο κόσμος ολόκληρος σαν μια φαντασίωση ρευστότητας, αναμόχλευσης γήινων δυνάμεων, παγανισμού, κοσμογονικής ιεροτελεστίας.
Οι λέξεις αυτές έχουν μέσα τους κι άλλα νοήματα, πηγαίνουν βαθύτερα στους συμβολισμούς των θηλυκών θεοτήτων που υπάρχουν στις περισσότερες θρησκείες. Μ’ αυτήν την τελευταία διαπίστωση, οι πίνακες της Κανά ολοκληρώνουν το νόημά τους: Η γυναίκα ως θέμα αλλά και ως γενεσιουργός εικαστική τεχνική, μια σύζευξη συμβολική, που προεκτείνει την γοητεία των έργων, αφού εκτός από το βλέμμα κινητοποιεί την αίσθηση αρμονικής κοσμογονίας των μορφών.
Χάρης Καμπουρίδης
τεχνοκριτικός-σημειολόγος
Μέλος της Academia Europaea